Η Ζήνα Κουτσελίνη γράφει: Καφενείο “Τα τρία τσίου”

Από μικρό κοριτσάκι χανόμουν στη θάλασσα και στη μαγεία της

Η τρικυμία της με παρέσυρε στον βυθό. Η γαλήνη της με ταξίδευε σε κάθε ορίζοντα. Αμέτρητες αποστάσεις έκανα καθημερινά με τον νου. Μπορεί να σας φαίνεται περίεργο, αλλά από μικρή ήθελα να ταξιδεύω μαζί της με κύματα και γαλήνη.
Μεγάλωσα σε νησί. Εκεί γεννήθηκα, εκεί έπαιξα, εκεί ήλθα σε επαφή με τις θάλασσες του αλκοόλ. Ήμουν πολύ-πολύ μικρή όταν τον έψαχνα στις θάλασσές του. Ήξερα πού θα τον έβρισκα να ηρεμεί. Στα καφενεία του νησιού, που ήταν σε μια ευθεία με το μπλε της.
Μια μέρα, η παιδική μου ψυχή και οντότητα δεν υπολόγισε σωστά. Ήξερα να βαδίζω πάντα στην άκρη του λιμανιού και να τον αναζητώ σ’ εκείνα τα καφενεία. Ο αέρας δυνατός. Η θάλασσα σκέπαζε το λιμάνι, κι εγώ νόμιζα πως μπορούσα να πηδώ και να χορεύω μαζί της. Στο τσακ με πρόλαβε ο λιμενάρχης, τη στιγμή που το κύμα θα μ’ έπαιρνε μαζί του για ταξίδια παντοτινά. Έψαχνα να τον βρω, να τον σφίξω στην αγκαλιά μου, να τον πιάσω από το χέρι και να πάμε παρέα στο σπίτι.

«Πού πας;» με ρωτάει. «Ποιος είναι ο μπαμπάς σου, ποια είναι η μαμά σου;»

Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ