Έκθεση- Σοκ: 300 εκατομμύρια νέοι έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση στο διαδίκτυο

Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι οι σεξουαλικής φύσεως εικόνες ανηλίκων,16 έως 18 ετών, είναι ευρέως διαδεδομένες στο παγκόσμιο ιστό, με την ποσότητά τους να αυξάνεται ραγδαία
Η έκθεση της Childlight Global Child Safety Institute, που εδρεύει στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, είναι σίγουρα σοκαριστική. Η ίδια, με όνομα Into the Light, (δλδ “στο φως”), προσπαθεί να καταδείξει το γεγονός ότι κάθε μέρα σε όλο τον κόσμο τα παιδιά αναγκάζονται να ζουν στο σκοτάδι της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης. “Πρόκειται για μια κρυφή πανδημία”, αναγράφεται στην ιστοσελίδα τους. Ο δείκτης Into the Light Index λοιπόν, που δημιούργησαν οι ερευνητές και αναλυτές του Childlight Global Child Safety Institute, δείχνει την επικράτηση αυτού προβλήματος της παιδικής εκμετάλλευσης, παρουσιάζοντάς το μέσα από παγκόσμια δεδομένα.
Η πανδημία της παιδικής, σεξουαλικής εκμετάλλευσης
Η έκθεση ξεκινάει επισημαίνοντας έναν πολύ τραγικό αριθμό. Σύμφωνα με την ίδια λοιπόν 300 εκατομμύρια νέοι έχουν βιώσει σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση στο διαδίκτυο σε διάστημα ενός έτους. Το νούμερο αυτό, το οποίο σχηματίστηκε έπειτα από συνεργασία του Ινστιτούτου με οργανώσεις επιτήρησης και αστυνόμευσης, όπως το Ίδρυμα Internet Watch Foundation (IWF), το Εθνικό Κέντρο για τα Εξαφανισμένα και Εκμεταλλευόμενα Παιδιά (NCMEC), το Καναδικό Κέντρο Προστασίας Παιδιών (C3P), τη Διεθνή Ένωση Γραμμών Διαδικτυακής Εξυπηρέτησης (INHOPE) και τη Διεθνή βάση δεδομένων σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών της Ιντερπόλ (ICSE), φαίνεται πως αποτελεί μια ξεκάθαρη πλέον εικόνα για τους κινδύνους που διατρέχουν τα παιδιά και οι ανήλικοι στο διαδίκτυο.

Η έκθεση πιο συγκεκριμένα εξηγεί ότι σχεδόν το 13% των παιδιών στον κόσμο έχουν πέσει θύματα μη συναινετικής λήψης, κοινοποίησης και έκθεσης σε σεξουαλικές εικόνες και βίντεο. Επιπλέον, λίγο πάνω από το 12% των παιδιών παγκοσμίως εκτιμάται ότι έχουν υποστεί διαδικτυακή παρενόχληση, όπως ανεπιθύμητη σεξουαλική συζήτηση που μπορεί να περιλαμβάνει μη συναινετικό sexting, ανεπιθύμητες σεξουαλικές ερωτήσεις και ανεπιθύμητα αιτήματα σεξουαλικών πράξεων από ενήλικες ή άλλους νέους. Η έκθεση δείχνει επίσης ότι λίγο πάνω από το 3% των παιδιών παγκοσμίως υπέστησαν σεξουαλικό εκβιασμό κατά το προηγούμενο έτος.
Βασικός παράγοντας που επιδείνωσε το πρόβλημα φαίνεται να είναι ωστόσο και η πανδημία, η οποία κατόρθωσε να αλλάξει τις διαδικτυακές συνήθειες του κόσμου και να καθηλώσει μικρούς και μεγάλους μπροστά από μια οθόνη. Αυτή η ανάγκη των παιδιών για κοινωνικοποίηση και παιχνίδι, ήταν αυτό που εκμεταλλεύτηκαν οι επιτήδειοι του διαδικτύου, για να εξαναγκάσουν περισσότερα παιδιά σε σεξουαλικές δραστηριότητες – μερικές φορές ακόμη και με τη συμμετοχή φίλων ή αδελφών μέσω webcams και smartphones. Αξιοσημείωτο παράδειγμα αποτελεί η Αγγλία. Εκεί λοιπόν, σύμφωνα με το Ίδρυμα Internet Watch Foundation (IWF), το υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών με παιδιά δημοτικού ηλικίας, επτά έως δέκα ετών, που εκπαιδεύονται να εκτελούν σεξουαλικές πράξεις στο διαδίκτυο, αυξήθηκε κατά περισσότερο από 1.000% από τότε που το Ηνωμένο Βασίλειο μπήκε σε καθεστώς lockdown.Οι μηχανισμοί της διαδικτυακής εκμετάλλευσης

Οι τακτικές που χρησιμοποιούν τα διαδικτυακά “αρπακτικά” και που καταλήγουν στα παραπάνω ποσοστά είναι ποικίλες και ύπουλες, ενώ συχνά περιλαμβάνουν ψυχολογική χειραγώγηση, εξαναγκασμό και εξαπάτηση.
Προσεκτική προσέγγιση: Τα αρπακτικά συχνά χρησιμοποιούν τεχνικές “grooming” για να οικοδομήσουν μια σχέση με τα θύματά τους. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι αργή, ξεκινώντας με φαινομενικά αθώες συζητήσεις, που όμως σταδιακά γίνονται πιο σαφείς και ξεκάθαρες. Ο groomer προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη του νεαρού ατόμου, κάνοντάς τον να νιώθει ξεχωριστός και κατανοητός, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην ανταλλαγή προσωπικών πληροφοριών.
Sextortion: Αυτή η μορφή εκβιασμού περιλαμβάνει τον εξαναγκασμό των θυμάτων να παράσχουν ρητές εικόνες ή βίντεο, συχνά μέσω απειλών για έκθεση ή βλάβη. Μόλις το αρπακτικό αποκτήσει συμβιβαστικό υλικό, το χρησιμοποιεί για να ελέγξει και να εκμεταλλευτεί περαιτέρω το θύμα.

Catfishing: Οι επιτήδειοι δημιουργούν ψεύτικες ταυτότητες για να παρασύρουν νέους σε σχέσεις. Μπορεί να χρησιμοποιούν κλεμμένες φωτογραφίες και κατασκευασμένες ιστορίες για να φαίνονται αξιόπιστοι και ελκυστικοί. Μόλις εδραιωθεί η εμπιστοσύνη, χειραγωγούν το θύμα ώστε να μοιραστεί προσωπικό και σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημιά στην ψυχοσύνθεση ενός παιδιού με τον αντίκτυπο της διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης στους νέους να είναι βαθύς και εκτεταμένος. Πιο συγκεκριμένα, τα θύματα συχνά υποφέρουν από σοβαρά ψυχολογικά τραύματα, όπως άγχος, κατάθλιψη και διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD). Η αίσθηση της προδοσίας και της παραβίασης μπορεί επιπλέον να οδηγήσει σε μακροχρόνια προβλήματα εμπιστοσύνης και σχέσεων, ενώ ο φόβος του στίγματος και της ντροπής μπορεί να αποτρέψει τα θύματα από το να αναζητήσουν βοήθεια, επιδεινώνοντας περαιτέρω τον πόνο τους, οδηγώντας ακόμα και σε τραγικά αποτελέσματα όπως την αυτοχειρία.Προστατεύοντας τα παιδιά
Σε έναν κόσμο όπου η ψηφιακή συνδεσιμότητα είναι πανταχού παρούσα, η προστασία των ανηλίκων από τη διαδικτυακή σεξουαλική εκμετάλλευση έχει καταστεί πρωταρχικό μέλημα. Με το διαδίκτυο λοιπόν να λειτουργεί ως δίκοπο μαχαίρι, προσφέροντας ταυτόχρονα τεράστιες ευκαιρίες και σημαντικούς κινδύνους, είναι ζωτικής σημασίας η εφαρμογή ολοκληρωμένων μέτρων για τη θωράκιση των νεαρών χρηστών από τη διαδικτυακή σεξουαλική εκμετάλλευση.
Συμμετοχή των γονέων: Οι γονείς πρέπει να είναι προληπτικοί στη συζήτηση για την ασφάλεια στο διαδίκτυο με τα παιδιά τους. Οι τακτικές συζητήσεις για τους κινδύνους και η καθιέρωση ανοιχτής επικοινωνίας μπορούν να ενθαρρύνουν τα παιδιά να αναφέρουν τυχόν ύποπτες ή άβολες διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις.
Λογισμικό γονικού ελέγχου: Τα εργαλεία που επιτρέπουν στους γονείς να παρακολουθούν τη διαδικτυακή δραστηριότητα των παιδιών τους μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Αυτά περιλαμβάνουν φίλτρα περιεχομένου, όρια χρόνου οθόνης και εφαρμογές παρακολούθησης που παρακολουθούν τη χρήση και ειδοποιούν τους γονείς για δυνητικά επιβλαβείς αλληλεπιδράσεις.

Γραμμές επικοινωνίας και μηχανισμοί αναφοράς: Η παροχή προσβάσιμων μηχανισμών αναφοράς, όπως τηλεφωνικές γραμμές και διαδικτυακές πύλες, μπορεί να ενθαρρύνει τα θύματα και τους μάρτυρες να καταγγείλουν την εκμετάλλευση. Τα συστήματα αυτά θα πρέπει να εγγυώνται εμπιστευτικότητα και ταχεία δράση.
Υπηρεσίες υποστήριξης: Τα θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης στο διαδίκτυο χρειάζονται ολοκληρωμένη υποστήριξη. Αυτή περιλαμβάνει ψυχολογική συμβουλευτική, νομική συνδρομή και προγράμματα αποκατάστασης που θα τα βοηθήσουν να ανακάμψουν από το τραύμα τους και να επανενταχθούν στην κοινωνία.
Η προστασία των ανηλίκων από τη διαδικτυακή σεξουαλική εκμετάλλευση δεν είναι κάτι εύκολο, είναι όμως αναγκαίο, ειδικότερα αν σκεφτούμε ότι πίσω από κάθε αριθμό που αναφέραμε σε αυτό το κείμενο, κρύβεται ένας νέος άνθρωπος.
protothema.gr