Ζαχάρω 1960: Την ανάγκασαν να παντρευτεί τον βιαστή της που τη φαρμάκωσε με λουκούμια

Η 18χρονη Πηνελόπη έζησε μαρτυρική ζωή στο σπίτι του κακοποιητή συζύγου της και βρήκε φρικτό θάνατο από δηλητηριασμένα λουκούμια με παραθείο - Το μοιραίο λάθος του

Στις μέρες μας οι υποθέσεις βιασμού και κακοποίησης γυναικών παίρνουν μεγάλη έκταση και η γενικότερη στάση της ελληνικής κοινωνίας έχει αλλάξει δραματικά, με στόχο την προστασία των γυναικών που υποφέρουν από κακοποιητικές συμπεριφορές. Σε παλαιότερες εποχές όμως και ιδίως στην επαρχία, τα ήθη ήταν εντελώς διαφορετικά και ο κοινωνικός στιγματισμός μιας κοπέλας που είχε βιαστεί την οδηγούσε σε κοινωνική απομόνωση και εγκλωβισμένη σε απάνθρωπες καταστάσεις.

Ένα τέτοιο δράμα εκτυλίχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στο χωριό Ξηροχώρι της Ζαχάρως. Εκεί ζούσε με την οικογένειά της μία όμορφη νεαρή κοπέλα 18 ετών, η Πηνελόπη, η οποία βοηθούσε τους γονείς της στις αγροτικές εργασίες τους. Τον Σεπτέμβριο του 1959 η Πηνελόπη είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από έναν συγχωριανό της, τον 22χρονο Δημήτρη, ο οποίος της επιτέθηκε και τη βίασε. Η πράξη έγινε γνωστή στην οικογένεια του νεαρού και ο πατέρας του αποφάσισε ότι για να αποφευχθούν τα χειρότερα θα έπρεπε να παντρευτεί τη νεαρή κοπέλα. Οι γονείς της Πηνελόπης θέλοντας και μη και με τον φόβο να μαθευτεί το γεγονός στο χωριό -κάτι που θα καταδίκαζε το κορίτσι για μια ζωή- δέχτηκαν αυτόν τον εξαναγκαστικό γάμο, παρά το γεγονός ότι είχαν τους ενδοιασμούς τους λόγω του κακού χαρακτήρα του 22χρονου μέλλοντα γαμπρού τους.

Ο γάμος έγινε με συνοπτικές διαδικασίες πριν κλείσει η χρονιά και το ζευγάρι ξεκίνησε την κοινή του ζωή στο πατρικό σπίτι του Δημήτρη. Εκεί η νεαρή κοπέλα βρέθηκε να ζει σε μία κόλαση, καθώς ο σύζυγός της, από την πρώτη κιόλας ημέρα, έδειξε ότι δεν επιθυμούσε αυτό τον γάμο και ήταν συνεχώς βίαιος και με διαρκείς εκρήξεις θυμού προς την Πηνελόπη. Το ίδιο εχθρικές απέναντί της ήταν τόσο η μητέρα του γαμπρού, 55χρονη Γεωργία, όσο και η 19χρονη αδελφή του Μαρία. Η Πηνελόπη αναγκαζόταν να υπομένει όλη αυτή την κόλαση που ζούσε καθημερινά, καθώς το ενδεχόμενο επιστροφής στην πατρική στέγη δεν ήταν αποδεκτό για τα ήθη της εποχής. Ζούσε αυτό τον εφιάλτη ελπίζοντας ότι είναι μία προσωρινή φάση λόγω του βιαστικού γάμου και πως θα περνούσε με τον καιρό. Υπολόγιζε επίσης και σε κάτι ακόμα. Η νεαρή κοπέλα είχε μείνει έγκυος, οπότε στην άκρη του μυαλού της υπήρχε μία σκέψη ότι ο ερχομός του παιδιού ίσως να άλλαζε τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του Δημήτρη.

Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά. Ο Δημήτρης ήταν αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος στη σχέση τους, βάζοντας ως στόχο τη φυσική εξόντωση της Πηνελόπης. Και έτσι άρχισε να οργανώνει ένα σχέδιο, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να το εκτελέσει. Όταν αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να προχωρήσει, πήγε έως τη Ζαχάρω και από ένα κατάστημα αγόρασε μία μικρή ποσότητα παραθείου. Πήρε επίσης και ένα κουτί λουκούμια. Από αυτά ξεχώρισε τρία, τα οποία τα πασπάλισε με το παραθείο και επέστρεψε στο σπίτι.

Ξημερώνοντας η 3η Ιουλίου του 1960, ο Δημήτρης σηκώθηκε πριν χαράξει για να πάει για δουλειές στα χωράφια. Μαζί του σηκώθηκε και η επτά μηνών έγκυος Πηνελόπη για να του ετοιμάσει φαγητό να πάρει μαζί του. Ο Δημήτρης για πρώτη φορά έδειχνε κεφάτος και αρκετά αλλαγμένος. Πριν φύγει κέρασε τη σύζυγό του δύο από τα φαρμακερά λουκούμια και στη συνέχεια αναχώρησε για τα χωράφια. Μετά από λίγη ώρα η Πηνελόπη άρχισε να νιώθει φριχτούς πόνους και έπεσε στο πάτωμα βγάζοντας αφρούς από το στόμα.

Η πεθερά και η κόρη της που έτρεξαν να βοηθήσουν δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα, με αποτέλεσμα η έγκυος γυναίκα να χάσει τη ζωή της. Η Χωροφυλακή που έφτασε το πρωί βρήκε το θύμα νεκρό στο πάτωμα και δίπλα της τον Δημήτρη να δίνει ως εξήγηση για το γεγονός το ότι η Πηνελόπη είχε φάει δηλητηριασμένο τυρί. Οι χωροφύλακες έψαξαν το σπίτι αλλά δεν βρήκαν πουθενά τέτοιο τυρί. Αυτό που βρήκαν ήταν το κουτί με τα λουκούμια, μέσα στο οποίο ο Δημήτρης είχε κάνει το τραγικό λάθος να ξεχάσει το τρίτο λουκούμι που ήταν πασπαλισμένο με παραθείο. Ένας από τους χωροφύλακες το παρατήρησε επειδή είχε διαφορετικό χρώμα, και αφού το πήρε στο χέρι του το ακούμπησε λίγο πιο δίπλα για να το πάρει μαζί του προς εξέταση.

Ο Δημήτρης κατάλαβε ότι είχε κάνει το μοιραίο σφάλμα και προσπάθησε με πλάγιους τρόπους να πάρει το φαρμακωμένο λουκούμι, όμως οι χωροφύλακες το αντιλήφθηκαν. Από εκεί και πέρα αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τον δολοφόνο μέχρι να ομολογήσει την πράξη του. Στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής που οδηγήθηκε, ο Δημήτρης εξακολουθεί να υποστηρίζει επίμονα ότι ο θάνατος της εγκύου γυναίκας του οφειλόταν σε κάποιο δηλητηριασμένο τυρί. Όμως όσο και να επέμενε να παίζει θέατρο, αυτό δεν έπειθε τους χωροφύλακες. Και όταν αυτοί τον υποχρέωσαν να δοκιμάσει το τρίτο λουκούμι, ο Δημήτρης αρνήθηκε επίμονα. Και κάπου εκεί παραδέχθηκε αυτό το φρικαλέο έγκλημα, το οποίο συντάραξε την τοπική κοινωνία και είχε γίνει μεγάλο θέμα στις εφημερίδες όλης της Ελλάδας.

protothema.gr