Kωνσταντίνος Μαρκουλάκης: Λίγο πριν από το Πάσχα με πήραν από τον Ant1 και…
Συνέντευξη στο athensvoice.gr παραχώρησε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και μίλησε για όλαΑφήσαμε για το τέλος τους «Προδότες», το παιχνίδι που παίζεται τώρα στον ΑΝΤ1. Είσαι ο παρουσιαστής, έχει ενδιαφέρον το ότι κάνεις τόσο διαφορετικά πράγματα. Πώς προέκυψε;
Λίγο πριν το Πάσχα, εκεί που ετοιμαζόμουν για το «The Humans», παίρνουν από τον ΑΝΤ1, «μήπως θες να δεις ένα παιχνίδι; Να το παρουσιάσεις;» Γιατί όχι; Το είδα, μου άρεσε πάρα πολύ και το έκανα, και όσο το έκανα μου άρεσε όλο και περισσότερο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνω τόσο διαφορετικά πράγματα. Το 2006 στο Θέατρο Θησείον έπαιζα σε μια παράσταση της Αλίκης Δανέζη-Knutsen, την ταινία του Τόμας Βίτενμπεργκ «Festen» σε θεατρική προσαρμογή του συγγραφέα, σούπερ αβάν γκαρντ παράσταση, καλό θέατρο, είχε σκίσει. Την ίδια χρονιά είχα μόλις γυρίσει και το Survivor Ελλάδα – Τουρκία, μου το είχαν προτείνει και μου άρεσε – δεν έχει σχέση με αυτό που παίζεται σήμερα, ήταν άλλο το format. Είχα, θυμάμαι, έναν αγαπημένο φίλο που αυτό τον σόκαρε, μου έλεγε, καλά, παίζεις στο Festen και κάνεις και το Survivor; Του έλεγα γιατί όχι, βλέπεις κάτι στο συγκεκριμένο προϊόν που να μη μου ταιριάζει;
Το ίδιο συμβαίνει και τώρα με τους «Προδότες», ήταν κάτι με το οποίο έχω διασκεδάσει πάρα πολύ και βρήκα ότι είχε ενδιαφέρον κυρίως για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι φτιάχνει έναν κόσμο που είναι πιο κοντά στη μυθοπλασία παρά σε ριάλιτι. Με την έννοια ότι βάζει τους παίκτες να αισθανθούν σαν να είναι ρόλοι στο «10 μικροί νέγροι» της Αγκάθα Κρίστι, που κάθε μέρα πεθαίνει από ένας, ή σαν ήρωες ενός αστυνομικού που πρέπει να ανακαλύψουν ποιος είναι ο δολοφόνος πριν τους φάει. Και, δεύτερον, όλο αυτό δημιουργεί μια ατμόσφαιρα μυστηρίου, που για αυτό ακριβώς τον λόγο έχει και κάτι ελαφρά κωμικό. Δηλαδή, η χαρά που είχα στο πρώτο επεισόδιο που είχα να τους παραδώσω τη στολή που φοράνε –χρυσή μάσκα και μπέρτα– και έπρεπε να τους ορκίσω προδότες, να τους πω δηλαδή πάρα πολύ σοβαρά… «Ορκίζεσαι να λες ψέματα σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και να εξαπατάς τους συμπαίκτες σου χωρίς φόβο και πάθος;». Γενικά, ήταν πολύ διασκεδαστικό για μένα και για τους παίκτες, γιατί εμείς οι άνθρωποι, όταν μας δοθεί η ευκαιρία να παίξουμε, να μπορούμε δηλαδή να έρθουμε σε κάτι πιο κοντινό με την πρωταρχική μας φύση, παίρνουμε μεγάλη χαρά και ηδονή. Αυτό το παιχνίδι το καταφέρνει, και μάλιστα πιο γνήσια από άλλα γιατί οι παίκτες δεν έχουν ποτέ καμία σχέση και επαφή με το κοινό – το παιχνίδι γυρίζεται, ολοκληρώνεται και προβάλλεται μετά. Αν έχεις παρατηρήσει, μέσα στα χρόνια είναι σαν να υπάρχει κάποια «Ανωτέρα Σχολή Παικτών Ριάλιτι Ελλάδος», οι παίκτες πηγαίνουν πια στα παιχνίδια υποψιασμένοι απέναντι στην κάμερα και ξέρουν να τη χειρίζονται. Στους «Προδότες» αυτό δεν ισχύει, δεν είναι ακριβώς ριάλιτι, αλλά παιχνίδι, το θέμα είναι να βρεις ποιος είναι ο δολοφόνος…