Πάμε στο σινεμά, που τον «ανακάλυψε» στη γειτονιά του, τα Ταμπούρια του Πειραιά· εκεί έτυχε να βρεθεί στα γυρίσματα μιας ιταλικής ταινίας. Λόγω του ιδιαίτερου παρουσιαστικού του τράβηξε την προσοχή του σκηνοθέτη, ο οποίος του ζήτησε να κάνει τον κομπάρσο σε μια σκηνή βομβαρδισμού. Αυτή η πρώτη επαφή ήταν αρκετή για να μαγευτεί από το σινεμά και να αποφασίσει να ασχοληθεί σοβαρά.
Αρχικά γράφτηκε σε ένα σωματείο κομπάρσων μέσω του οποίου του δόθηκε η ευκαιρία να εμφανιστεί –έστω και χωρίς να μιλάει– σε μεγάλες παραγωγές με διάσημους πρωταγωνιστές, πρώτα ονόματα της εποχής.
Η συμμετοχή του σε ταινίες ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 – και έφτασε τη δεκαετία του ’80 να γίνει ακόμα και πρωταγωνιστής σε βιντεοταινίες.
Μάλιστα σε δύο cult ταινίες, Τα Καθάρματα (1985) και Το ρεμάλι της Αθήνας (1986), ήταν πρωταγωνιστής.
Αλλά εμφανίστηκε και στην τηλεόραση σε διάφορες εκπομπές, όπως ήταν το «Χαμογελάτε είναι μεταδοτικό» του Ανδρέα Μικρούτσικου και οι «Αϋπνίες» της Αννίτας Πάνια.
«Ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο»
Ο Σουγκλάκος συνέχισε την παράδοση των μεγάλων συνοικιακών παλαιστών – άλλωστε και ο ίδιος ήταν παιδί της γειτονιάς αλλά και το 4ο της οικογένειάς του. Κακός μαθητής, άφησε το σχολείο και ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, όπου και εκεί δεν βρήκε αμέσως τον προσανατολισμό του.
Ξεκίνησε σε ηλικία 9 ετών με το ποδόσφαιρο, στον Άρη Πειραιώς και στον Εθνικό Πειραιώς, στη θέση του τερματοφύλακα. Όμως σύντομα διαπίστωσε ότι δεν του άρεσε το συγκεκριμένο άθλημα και το εγκατέλειψε.
Στη συνέχεια ασχολήθηκε για μικρό χρονικό διάστημα με την πυγμαχία και τη σφαιροβολία, αλλά ούτε εκεί παρέμεινε. Μέχρι που είδε στη γειτονιά του κάποιους αγώνες πάλης και ενθουσιάστηκε.
«Χώθηκα μέσα στο τσάμπα, και είδα τότε τον Καρυστινό και όλους αυτούς οι οποίοι έμελλε μετά να είναι αντίπαλοί μου. Στο πρόσωπο αυτών είδα τον Σουγκλάκο, ότι γουστάρω να γίνω παλαιστής. Πήγα ρώτησα πού γράφεσαι, πήγα στο “Καραϊσκάκης” μετά και γράφτηκα στον Ολυμπιακό, στην ελληνορωμαϊκή.
»Και μετά με πήρε ο αείμνηστος ο Καρπόζηλος, μια μεγάλη δόξα της εποχής, και μ’ έβαλε στο χώρο του κατς. Ήταν πολλοί παλαιστές, μεγάλες φίρμες, εγώ όμως ήμουν πιτσιρικάς. Αλλά την άρπαξα την πάλη αμέσως», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
Ο Σουγκλάκος πήρε μέρος σε αμέτρητους αγώνες και λόγω της πάλης ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο.
Τις περισσότερες φορές κέρδιζε και γι’ αυτό έμεινε γνωστός σαν «ο άνθρωπος που δεν τον έδειρε κανείς». Άλλωστε το σλόγκαν «Ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο» έγραψε ιστορία στα ’80s.
Ο ίδιος είχε αναφέρει πως μια φορά κινδύνευσε η ζωή του στη Νιγηρία, όταν αγωνιζόταν με τον Μάικ Πάουερ: «Αυτός στη Νιγηρία ήτανε θεός. Παλεύαμε και κατάλαβα ότι αν δεν καθόμουνα να χάσω… Την ώρα που τον κοπάναγα μου ‘βαλαν ένα όπλο στο κεφάλι.
»Ήταν ένας αγώνας δύσκολος, με την έννοια ότι ήμουν έφηβος και είχα την αγωνία αν θα κατέβω από το ρινγκ και δεν με καθαρίσουνε. Ώσπου τελικά, αναγκάστηκα και έχασα. Ήταν αγώνας με πολύ σασπένς».
Το άδικο φινάλε
Ο Απόστολος Σουγκλάκος ήταν στον κινηματογράφο μέχρι το τέλος της ζωής του. Τελευταία ταινία στην οποία συμμετείχε Η επιστροφή των καθαρμάτων το 2003, ενώ ετοιμαζόταν να παίξει και σε μια ακόμα ταινία του Νίκου Τριανταφυλλίδη, την οποία δεν πρόλαβε.
Έφυγε από τη ζωή ξαφνικά ηλικία 56 ετών, μετά από εγκεφαλικό που υπέστη τον Αύγουστο του 2006 στη Ρόδο, κατά τη διάρκεια επαγγελματικών υποχρεώσεων.
Νοσηλεύτηκε για δύο εβδομάδες, αλλά δεν τα κατάφερε. Ο θάνατός του γέμισε θλίψη όχι μόνο τους δικούς του ανθρώπους, αλλά και άγνωστους που τον ήξεραν μόνο από την τηλεόραση και το σινεμά.
Πολύ μπροστά
Αντικειμενικά ο χώρος του αθλητισμού, και δη της πυγμαχίας, με αυτόν του θεάματος είναι όχι μόνο διαφορετικοί αλλά αρκετές φορές σχεδόν εχθρικοί. Εντούτοις ο Σουγκλάκος πολλές φορές έκανε την πλάκα του, υποδυόμενος ακόμα και ένα τρανς άτομο στη βιντεοκασέτα Ο στραγγαλιστής της Συγγρού:
Είχε κάνει χαριτωμενιές σε ταινίες και εμφανίσεις που σίγουρα είχαν ανατριχιάσει πολλούς σκληροπυρηνικούς της εποχής. Και όχι μόνο, καθώς έκανε πλάκα ακόμα και με τη δική του σεξουαλικότητα, αλλά και τραγούδησε. Όχι κάτι σε λαϊκό, αλλά σε ποπ-ραπ.
Άψογος επαγγελματίας και οικογενειάρχης, ο Σουγκλάκος ήξερε μέχρι πού και σε ποιους απευθύνεται. Και σαν σωστός άνθρωπος… τρόλαρε ακόμα και τον εαυτό του. Κάτι που το κάνουν κυρίως οι ακομπλεξάριστοι.
Σπύρος Δευτεραίος