Σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς: Κι όμως υπάρχει…

Το σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς ή αλλιώς μυοκαρδιοπάθεια από στρες, αποτελεί μια αναγνωρισμένη, πλέον, καρδιακή πάθηση που «μιμείται» την καρδιακή προσβολή

. Εκδηλώνεται δηλαδή με έντονη πίεση στο στήθος, δύσπνοια και ξαφνική αδυναμία. Το σύνδρομο επισημάνθηκε ως ξεχωριστή παθολογική οντότητα στις αρχές της δεκαετίας του ’90 από Ιάπωνες ιατρούς και αρχικά έγινε γνωστό σαν «νόσος takotsubo» λόγω ομοιότητας του σχήματος της πάσχουσας καρδιάς με το ομώνυμο εργαλείο των Ιαπώνων για το ψάρεμα χταποδιών.

Πώς προκαλείται το σύνδρομο της ραγισμένης καρδιάς;

Η ακριβής παθοφυσιολογία της καρδιοπάθειας από στρες παραμένει ασαφής και πιθανότατα εμπλέκονται ποικίλοι νευροορμονικοί μηχανισμοί. Ο οργανισμός, για την αντιμετώπιση αιφνίδιων έντονων καταστάσεων παράγει τις λεγόμενες ορμόνες του στρες, τις κατεχολαμίνες: αδρεναλίνη και νοραδρεναλίνη.

«Στο σύνδρομο αυτό η στάθμη των κατεχολαμινών έχει βρεθεί πολύ μεγαλύτερη από άλλες σοβαρές καταστάσεις π.χ. έμφραγμα μυοκαρδίου, πνευμονικό οίδημα κ.ά. Δεν είναι γνωστό για ποιον λόγο σε ορισμένα άτομα σε συνθήκες στρες το μυοκάρδιο κατακλύζεται απότομα από υπέρμετρη ποσότητα κατεχολαμινών και σε άλλα όχι. Οι κατεχολαμίνες προκαλούν σύσπαση των μικρών αρτηριδίων με αποτέλεσμα απότομη αλλά προσωρινή μείωση της αιμάτωσής τους. Επίσης, η αδρεναλίνη συνδεόμενη με τα καρδιακά κύτταρα προκαλεί την είσοδο μεγάλης ποσότητας ασβεστίου σε αυτά, που επηρεάζει τη φυσιολογική λειτουργία τους. Είναι άγνωστο ποιος από τους δύο μηχανισμούς έχει μεγαλύτερη σημασία», εξηγεί ο κ. Νικόλαος Στρατήγης, Διευθυντής Καρδιολόγος στο Metropolitan Hospital.

Συχνότητα συνδρόμου

Περίπου το 1% – 2% των περιστατικών με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο στην πραγματικότητα πάσχουν από το σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς. Το 70% αυτών των περιστατικών είναι γυναίκες στη μέση ηλικία. Κατά κανόνα η κατάσταση αυτή πυροδοτείται από ένα έντονο αιφνίδιο στρες που συνηθέστερα είναι ψυχικό, όπως θάνατος αγαπημένου προσώπου, χωρισμός, ερωτική απόρριψη, αίσθημα προδοσίας και οργή. Είναι όμως δυνατό να είναι και σωματικό στρες, έτσι η μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να ακολουθήσει μια βαριά ασθματική ή επιληπτική κρίση, αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο, εργώδη και παρατεταμένη χειρουργική επέμβαση κ.ά.

Ομοιότητες και διαφορές με το έμφραγμα

Όπως επισημάνθηκε παραπάνω τα συμπτώματα είναι όμοια με αυτά της καρδιακής προσβολής. Το καρδιογράφημα και οι βιοχημικές εξετάσεις αίματος δεν βοηθούν για τη διάκριση μεταξύ των δύο αυτών νοσημάτων. Την υποψία για την ύπαρξη του συνδρόμου της ραγισμένης καρδιάς ενισχύει η συσχέτιση με πρόσφατο έντονο στρες σε συνδυασμό με τα ευρήματα του υπερηχοκαρδιογραφήματος που στις τυπικές περιπτώσεις είναι χαρακτηριστικά: η αριστερά κοιλία της καρδιάς εμφανίζεται με έντονη υποκινησία της κορυφής και των κορυφαίων τμημάτων της, ενώ τα υπόλοιπα υπερσυσπώνται. Η διάγνωση όμως τεκμηριώνεται με τη στεφανιογραφία που αποδεικνύει τη βατότητα των στεφανιαίων αρτηριών.

Στο έμφραγμα, το μυοκάρδιο νεκρώνεται λόγω διακοπής της αιμάτωσης εξαιτίας απόφραξης στεφανιαίας αρτηρίας. Αντίθετα, στην περίπτωση της μυοκαρδιοπάθειας από στρες το μυοκάρδιο πάσχει από την “τοξικότητα”, κατά κάποιον τρόπο, των ορμονών του στρες όπως η αδρεναλίνη.

Συνήθως η βλάβη αυτή είναι αναστρέψιμη και αποκαθίσταται εντός ολίγων ημερών ή εβδομάδων και ο κίνδυνος επανεμφάνισης του συνδρόμου είναι γενικά μικρός.

Πρόγνωση

«Αρχικά υπήρχε η εντύπωση ότι πρόκειται για αθώα κατάσταση λόγω της απουσίας στεφανιαίας νόσου και του γεγονότος ότι στις περισσότερες περιπτώσεις με επιθετική υποστηρικτική αγωγή η λειτουργία της καρδιάς αποκαθίσταται σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες. Όμως υπάρχει ενδονοσοκομειακή θνητότητα που δεν διαφέρει πολύ από το οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και οφείλεται σε μία σειρά σοβαρών επιπλοκών όπως κοιλιακές αρρυθμίες, συστηματικά θρομβοεμβολικά επεισόδια και καρδιογενές shock.

Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος όταν το αίτιο είναι σωματικό στρες όπως είναι αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο, επιληπτικοί σπασμοί, σοβαρή ασθματική κρίση, μεγάλη αιμορραγία, υπογλυκαιμία, υψηλός πυρετός, κ.λπ, όπου προστίθενται οι κίνδυνοι και της υποκείμενης νόσου», καταλήγει ο κ. Στρατήγης.