Σεισμός 5,9 Ρίχτερ στην Πάρνηθα: 25 χρόνια από τα 15 δευτερόλεπτα που βύθισαν στη θλίψη την Ελλάδα
7 Σεπτεμβρίου 1999, ώρα 14:57. Ισχυρός σεισμός, 5,9 Ρίχτερ χτυπά την Αθήνα και αφήνει πίσω του 143 νεκρούς, περισσότερους από 700 τραυματίες, ζημιές σε 70.000 κτίρια και μία χώρα «παγωμένη»Ο σεισμός της 7ης Σεπτεμβρίου 1999 είναι για όσους τον έζησαν τότε στην Αθήνα μια συλλογική τραυματική εμπειρία, η οποία, παρά τα 25 χρόνια που συμπληρώνονται σήμερα, δεν δείχνει και τόσο μακρινή.
Οι μνήμες είναι ακόμα νωπές, όσο δε για τους συγγενείς και τους φίλους των θυμάτων που είδαν τους δικούς τους θαμμένους και ανήμπορους κάτω από τα συντρίμμια η σημερινή ημέρα δεν είναι απλά μια θλιβερή επέτειος, αλλά μια ημέρα πένθους.
Ο σεισμός με επίκεντρο την Πάρνηθα χτύπησε με μανία την πόλη για 15 δευτερόλεπτα, αρκετά για να πάρουν τη ζωή 143 ανθρώπων. Ήταν ο φονικότερος σεισμός των τελευταίων 50 ετών, αλλά και εκείνος με το μεγαλύτερο κόστος σε ζημιές στη χώρα μας.
Πολυκατοικίες έπεσαν σαν τραπουλόχαρτα, άνθρωποι θάφτηκαν κάτω από τα μπάζα, περιουσίες μιας ζωής χάθηκαν. Οι ζημιές έφτασαν τα 3 δισ. ευρώ.
Οι περιοχές που επλήγησαν περισσότερο ήταν το Μενίδι, τα Άνω Λιόσια, η Φυλή, οι Θρακομακεδόνες, η Νέα Φιλαδέλφεια, η Μεταμόρφωση, ενώ σε όλες τις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά ο σεισμός έγινε ιδιαίτερα αισθητός, προκαλώντας πανικό.
Εκτός από τους 143 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους και τους περίπου 2.000 που τραυματίστηκαν, κατέρρευσαν 110 σπίτια, άλλα 5.222 κρίθηκαν «κόκκινα» και 38.165 επισκευάσιμα. Περίπου 50.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι.
Πέρασαν 25 χρόνια από τον φονικό σεισμό του Σεπτέμβρη του 1999 στην Αθήνα και κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνη τη μέρα. Οι τοίχοι έτρεμαν, τζάμια έσπασαν από τις δονήσεις, οι τηλεφωνικές γραμμές έπεσαν όπως και το ρεύμα. Επικράτησε φόβος, πανικός και μετά θρήνος.
Δεκάδες χιλιάδες κόσμου βγήκαν στους δρόμους και τις πλατείες. Εκεί ξαγρύπνησαν. Από το βράδυ άρχισαν να στήνονται οι πρώτοι πρόχειροι καταυλισμοί στις γειτονιές που χτυπήθηκαν περισσότερο, ώστε να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες.
Τα θύματα του φονικού σεισμού της Αθήνας έφτασαν τα 143. Οι 79 ήταν σε έξι κτίρια και συγκεκριμένα 39 στη «Ρικομέξ», 8 στη «Φαράν», 16 στην πολυκατοικία της οδού Ψυχάρη στη Μεταμόρφωση, 7 στη μοιραία οικοδομή στην οδό Πίνδου της Νέας Φιλαδέλφειας, 3 στο εργοστάσιο «Φιλοπλάστ ΕΠΕ» και 6 στο εργοστάσιο «ΒΙΟΚΥΤ».
Η μάχη της διάσωσης αλλά και της διαχείρισης του ισχυρότατου συλλογικού σοκ αποτυπώθηκε στα πρωτοσέλιδα της επόμενης ημέρας.
«Τρομάζει τους σεισμολόγους η συνέχεια τού 5,9» έγραφαν «Τα Νέα» την Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 1999.
«Η Αθήνα αντέχει; Επιφυλακή για δύο κρίσιμα 24ωρα» γράφει το «Βήμα».
Το εργοστάσιο της Ρικομέξ
Το πιο τραγικό γεγονός εκείνης της ημέρας ήταν η κατάρρευση του εργοστασίου της Ρικομέξ, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 39 εργαζόμενοι.
«Το τριώροφο εργοστάσιο στην οδό Τατοΐου 1 στο Μενίδι έχει καταρρεύσει εντελώς. Το μόνο που έχει μείνει όρθιο είμαι μία γωνία του εργοστασίου από την οποία κρέμονται τσιμεντένιες σκάλες και μεγάλα κομμάτια από μπετόν. Το υπόλοιπο είναι ερείπια που σχηματίζουν έναν άμορφο σωρό αρκετά μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. «Κάτω από τα ερείπια αυτά βρίσκονταν ως αργά χθες το βράδυ εγκλωβισμένοι ή καταπλακωμένοι περίπου 40 άτομα» γράφουν το Βήμα και τα Νέα.
Πρόκειται για το εργοστάσιο της Ρικομέξ, στο κτίριο του οποίου στεγαζόταν και η εταιρεία διανομής εμπορευμάτων με την επωνυμία Εστία.
«Κάθε τόσο οι αστυνομικοί και οι πυροσβέστες ζητούν από το πλήθος που έχει συρρεύσει στην είσοδο του εργοστασίου – συνάδελφοι και συγγενείς των ανθρώπων που βρίσκονται κάτω από τα ερείπια, σωστικά συνεργεία, δημοσιογράφοι και απλώς περίεργοι – να σωπάσει.
Όταν επικρατεί σιωπή, μπορεί κανείς να ακούσει τις απελπισμένες κραυγές αγωνίας όσων βρίσκονται κάτω από τα ερείπια και είναι ακόμη ζωντανοί».
«Ήμουν ακριβώς δίπλα σε εκείνο το φορτηγό» περιγράφει λίγες ώρες αργότερα στο «Βήμα» οδηγός της εταιρείας Εστία. «Ξαφνικά ένιωσα τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μου και είδα με τρόμο το εργοστάσιο να γκρεμίζεται. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα το κτίριο είχε καταρρεύσει εντελώς».
Στην είσοδο του εργοστασίου υπάρχουν σταθμευμένα ασθενοφόρα και μία μονάδα των Γιατρών του Κόσμου.
«Όσο περνάει η ώρα η αγωνία μεγαλώνει», περιγράφει «Το Βήμα», «κάποιος φωνάζει για φορείο. Καταλαβαίνουμε ότι έχουν καταφέρει να ανασύρουν κάποιον. Όταν επιτέλους τον οδηγούν στο ασθενοφόρο, είναι κουκουλωμένος, γεγονός που σημαίνει ότι είναι νεκρός. Τα στοιχεία του θα γίνουν αργότερα γνωστά. “Είναι άνδρας ή γυναίκα;” φωνάζει μια νεαρή κοπέλα που βρίσκεται εδώ γιατί η αδελφή της είναι κάτω από τα ερείπια (…) Έχω έναν γιο 30 ετών κάτω από τα ερείπια. Το κτίριο αυτό δεν είχε καθόλου σίδερα, είναι σκέτο τσιμέντο. Είναι εγκληματίες οι μηχανικοί που κτίζουν τέτοιους τάφους και οι αρμόδιοι που τους δίνουν την άδεια και τους αφήνουν ατιμώρητους» λέει πατέρας εγκλωβισμένου ατόμου».
Έμεινε 46 ώρες κάτω από χαλάσματα
Εγκλωβισμένη κάτω από τα χαλάσματα της Ρικομεξ, για δύο ολόκληρες ημέρες μια γυναίκα 31 ετών θα κατορθώσει να μείνει στη ζωή.
Τα Νέα περιγράφουν τον απεγκλωβισμό της.
«Τα σκυλιά του γαλλικού σωστικού συνεργείου γαβγίζουν επίμονα, πάνω από ένα συγκεκριμένο σημείο των ερειπίων της Ρικομέξ. (…) Οι Γάλλοι έχουν κόψει ένα τμήμα της πλάκας και φωνάζουν περιμένοντας μια φωνή (…) Μια αδύναμη γυναικεία φωνή ακούγεται. “Βοήθεια”. Η Ελληνογαλλίδα Καρμέλα Ταταμένη- Γαρμπίλα, μέλος του συλλόγου εθελοντών Φίλοι του Δάσους, πλησιάζει το σωστικό συνεργείο. (…)
Η 31χρονη κοπέλα απαντά στις ερωτήσεις, όμως πιστεύει ότι βρίσκεται στο σπίτι της. Δεν θυμάται τίποτα για την ώρα που έγινε το κακό. Της λένε ότι βρίσκεται στο εργοστάσιο και της ζητούν να περιγράψει τι υπάρχει κοντά της. Η γυναίκα επιμένει ότι βρίσκεται σπίτι της.
Το σωστικό συνεργεί έχει ανάψει έναν προβολέα.
- «Βλέπεις το φως;»
- «Ναι. Βλέπω θολά»
«Είμαστε δίπλα σου. Σε λίγο θα είμαστε κοντά σου. Κουράγιο κορίτσι μου».
Σχεδόν με τα χέρια, Έλληνες και Γάλλοι αρχίζουν να κόβουν κομματάκια την πλάκα πάνω από την κοπέλα και να τα απομακρύνουν. (…) Φτάνουν περίπου πέντε το πρωί. Ένας από τους Γάλλους έχει κατέβει στην τρύπα, που αργά και προσεκτικά από τον φόβο της υποχώρησης των μπαζών έχει διανοιχτεί, με το κεφάλι προς τα κάτω.
- «Σε βλέπουμε. Κουράγιο. Υπάρχει τώρα κάποιος δίπλα σου. Τώρα θα σου πιάσει το χέρι».
- «Μου λέτε ψέματα. Δεν θα με βγάλετε».
- «Να μην ακούω βλακείες. Θα σε βγάλουμε ακόμα και με το ζόρι. Θα σου δώσουμε πρώτα νερό».
Η ώρα έχει φτάσει 11 το πρωί. Ο αναισθησιολόγος του ΕΚΑΒ Αλέξανδρος Καλογερομήτρος κατεβαίνει στην τρύπα και εξετάζει την κατάσταση της Εύης. (…)
Επιστρατεύεται ένας άνδρας των ΟΥΚ ειδικά εκπαιδευμένος σε υποβρύχιες διασώσεις. Με οξυγόνο προσπαθεί να κόψει το κομμάτι [σιδερένιας δοκού]. (…)
Τα λεπτά περνούν στη μία παρά τέταρτο, 46 ώρες μετά τον σεισμό, η Εύη Σοφίλου ανασύρεται στην επιφάνεια και η Ελλάδα χαμογελά μέσα σε αυτή την απέραντη θλίψη.
Η Λένα Λιάγκουρα έμεινε για 6 ώρες κάτω από τα χαλάσματα της Ρικομέξ και άντεξε. Ήταν μία από τις γυναίκες που βρέθηκαν ζωντανές στα χαλάσματα του εργοστασίου. Την έσωσε ο πυροσβέστης Αχιλλέας Τζουβάρας.
«Μια γυναίκα ζωντανή. ΝΑΙ! Μια γυναίκα ζωντανή. Μια είδηση καλή μέσα σε τόσο αρνητικές. Μια νέα γυναίκα κάτω από τόνους μπετόν» ακούγεται η ανατριχιαστική περιγραφή τότε, όταν εντοπίστηκε και διασώθηκε η γυναίκα από τα χαλάσματα της Ρικομέξ.
«Ουσιαστικά εγώ εκείνη την ημέρα βρέθηκα σε ένα κενοτάφιο. 39 άνθρωποι σκοτωθήκαν εκείνη την ημέρα», δηλώνει η ίδια.
«Μπήκα κάτω από ένα τραπέζι από ένστικτο. Ο σεισμός έριξε το κτήριο αμέσως πριν καταλάβω τι μου συμβαίνει», περιγράφει.
Μετά από 4 ώρες απόλυτης απόγνωσης και απελπισίας μέσα στην απόλυτη σιωπή και το απόλυτο σκοτάδι είδε την πρώτη χαραμάδα ελπίδας, την οποία άρπαξε κυριολεκτικά από το χέρι. «Ήθελα να ζήσω. Και είχα τη δύναμη να ζήσω. Έπιασα με το δάχτυλο μου την μπότα του διασώστη μου σε μια προσπάθεια να μην τον αφήσω να φύγει».
Και ο διασώστης δεν έφυγε αλλά πάλεψε και έσκαψε πόντο, πόντο για να τη σώσει. Δύο ώρες μετά την έβγαλε ζωντανή από την κόλαση. «Όταν ήρθε ο διασώστης να μου δώσει νερό, δεν μπόρεσα να το καταπιώ, δεν είχα ανάγκη να πιώ νερό, είχα ανάγκη να ζήσω», θυμάται η Λένα Λιάγκουρα στο LIVE NEWS.
Η Λένα Λιάγκουρα νοσηλεύτηκε σχεδόν για 1 μήνα και περπάτησε μετά από 8 μήνες.
Δυστυχώς συνολικά 39 άνθρωποι που βρίσκονταν κάτω από τα χαλάσματα τις Ρικομεξ, δεν τα κατάφεραν. Ανασύρθηκαν νεκροί…
«Ένιωθα άσχημα που εγώ ήμουν ζωντανή»
Η Γιώτα Κότα είχε παγιδευτεί για 5,5 ώρες στα ερείπια του σπιτιού της στη Μεταμόρφωση.
Ήταν 10 ετών τότε. Εκείνη ανασύρθηκε ζωντανή αλλά έχασε πατέρα και αδελφή.
Καλεσμένη στην εκπομπή «Μεσάνυχτα» είχε περιγράψει τις συγκλονιστικές στιγμές που βίωσε.
«Δεν κατάλαβα ότι γινόταν σεισμός, ξαφνικά μαύρισαν όλα. Ο πατέρας μου κάτω από τα χαλάσματα μού μιλούσε και με καθησύχαζε. Όσο περνούσε η ώρα καταλάβαινα ότι αλλάζει η αναπνοή του, μέχρι που δεν τον άκουγα πια. Έμεινα 5,5 ώρες κάτω από τα συντρίμμια. Κατάλαβα ότι έπεσε η πολυκατοικία, όταν με απεγκλώβισαν. Ήμουν εγκλωβισμένη στα χαλάσματα και πονούσα. Όταν με απεγκλώβισαν, αγκάλιασα πολύ δυνατά τη μητέρα μου» ανέφερε.
«Το σπίτι μας ήταν στη Μεταμόρφωση και ήταν μια τετραώροφη πολυκατοικία που ζούσαν 16 οικογένειες. Δυστυχώς 16 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στα ερείπια της πολυκατοικίας εκείνη την ημέρα. 8 οικογένειες από την πολυκατοικία είχαν θύματα και οι άλλες 8 δεν είχαν. Εγώ ήμουν στις οικογένειες που θρηνούσαν τα θύματά τους. Εκείνο το μεσημέρι ο πατέρας μου είχε γυρίσει από το μαγαζί και είχε ξαπλώσει στον καναπέ για να ξεκουραστεί. Εγώ με την αδελφή μου ήμασταν στο σαλόνι και βλέπαμε τηλεόραση» εξομολογήθηκε.
Και συνέχισε, λέγοντας: «Θυμάμαι πολύ έντονα τη δόνηση του σεισμού και τον πατέρα μου να φωνάζει: “Κορίτσια, μη φοβάστε, κάνει σεισμό”. Ξαφνικά, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μαύρισαν όλα. Το σπίτι μας κατέρρευσε σε δευτερόλεπτα. Ξαφνικά βρεθήκαμε μέσα στα μπάζα, πλακωμένοι από τις κολόνες. Δεν είχαμε χρόνο να σηκωθούμε από τις θέσεις μας και να προστατευτούμε. Θυμάμαι ακόμα τη ρωγμή στον τοίχο και μετά σκοτάδι».
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης η Γιώτα Κότα αποκάλυψε ότι δεν της είπαν άμεσα πως δύο μέλη της οικογένειάς της είχαν πεθάνει στον φονικό σεισμό.
«Όταν ρώτησα τι απέγιναν ο πατέρας μου με τη αδελφή μου δεν μου έλεγαν την αλήθεια.
Έμαθα για τον χαμό της αδελφής μου και του πατέρα μου δύο ημέρες έπειτα από τη μαμά μου» είπε.
«Τον πρώτο καιρό ένιωθα πολύ άσχημα που εγώ ήμουν ζωντανή και οι άλλοι δεν τα κατάφεραν. Τώρα πια δεν φοβάμαι τους σεισμούς, φοβάμαι μην πάθουν κάτι οι δικοί μου άνθρωποι» πρόσθεσε.
Πηγή φωτογραφιών: Eurokinissi
Ακολουθήστε το zinapost.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις για Lifestyle, Showbiz, Gossip News και αποκλειστικά βιντεο.